χασίκλα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χασίκλα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χασίκλα θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χασίκλα
|
χασίκλα θηλυκό
|