χασεδένιος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | χασεδένιος | η | χασεδένια | το | χασεδένιο |
γενική | του | χασεδένιου | της | χασεδένιας | του | χασεδένιου |
αιτιατική | τον | χασεδένιο | τη | χασεδένια | το | χασεδένιο |
κλητική | χασεδένιε | χασεδένια | χασεδένιο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | χασεδένιοι | οι | χασεδένιες | τα | χασεδένια |
γενική | των | χασεδένιων | των | χασεδένιων | των | χασεδένιων |
αιτιατική | τους | χασεδένιους | τις | χασεδένιες | τα | χασεδένια |
κλητική | χασεδένιοι | χασεδένιες | χασεδένια | |||
Προφέρεται με συνίζηση ως παροξύτονο. | ||||||
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xa.seˈðe.ɲos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐σε‐δέ‐νιος
Επίθετο[επεξεργασία]
χασεδένιος, -α, -ο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χασεδένιος
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ χασεδένιος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα 'ωραίος' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'ωραίος' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'ωραίος' με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Επίθετα με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ένιος (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Υφάσματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)