χειμωνανθός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χειμωνανθός αρσενικό
- (βοτανική, λουλούδι) φυτό, με προέλευση την Κίνα, που έχει μικρά κίτρινα φυτά και ανθίζει το χειμώνα (Chimonanthus praecox)
- (γενικότερα) χειμωνιάτικο άνθος, κάθε λουλούδι που ανθίζει μέσα στο χειμώνα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χειμωνανθός