χειρόδεσμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χειρόδεσμος οι χειρόδεσμοι
      γενική του χειρόδεσμου των χειρόδεσμων
    αιτιατική τον χειρόδεσμο τους χειρόδεσμους
     κλητική χειρόδεσμε χειρόδεσμοι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χειρόδεσμος < ελληνιστική κοινή χειρόδεσμος. Συγχρονικά αναλύεται σε χειρό- + δεσμός

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /çiˈɾo.ðe.zmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χει‐ρό‐δε‐σμος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χειρόδεσμος αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χειρόδεσμος < ελληνιστική κοινή χειρόδεσμος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χειρόδεσμος αρσενικό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]



ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική χειρόδεσμος οἱ χειρόδεσμοι
      γενική τοῦ χειροδέσμου τῶν χειροδέσμων
      δοτική τῷ χειροδέσμ τοῖς χειροδέσμοις
    αιτιατική τὸν χειρόδεσμον τοὺς χειροδέσμους
     κλητική ! χειρόδεσμε χειρόδεσμοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  χειροδέσμω
γεν-δοτ τοῖν  χειροδέσμοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χειρόδεσμος < χειρό- + δεσμός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χειρόδεσμος αρσενικό