χερσοτόπι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χερσοτόπι τα χερσοτόπια
      γενική
    αιτιατική το χερσοτόπι τα χερσοτόπια
     κλητική χερσοτόπι χερσοτόπια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χερσοτόπι < χερσότοπ(ος) + / χέρσ(ος) + -ο- + -τόπι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χερσοτόπι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]