χορό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xoˈɾo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χο‐ρό
- ομόηχο: χωρώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
χορό αρσενικό