χουλιγκανισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χουλιγκανισμός < (λόγιο δάνειο) αγγλική hooliganism< hooligan + -ism (-ισμός) [1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xu.li.ɡa.niˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χου‐λι‐γκα‐νι‐σμός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χουλιγκανισμός αρσενικό
- η συμπεριφορά ενός χούλιγκαν
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη χούλιγκαν
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χουλιγκανισμός
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ χουλιγκανισμός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ισμός (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)