χρίω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χρίω < αρχαία ελληνική χείω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *gʰrēy- (χρίω, επαλείφω) < *gʰer- (τρίβω)

Ρήμα[επεξεργασία]

χρίω

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χρίω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *gʰrēy- (χρίω, επαλείφω) < *gʰer- (τρίβω)

Ρήμα[επεξεργασία]

χρίω

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]