χραμάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χραμάκι τα χραμάκια
      γενική του χραμακιού των χραμακιών
    αιτιατική το χραμάκι τα χραμάκια
     κλητική χραμάκι χραμάκια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χραμάκι < χράμι + κατάληξη υποκοριστικού -άκι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χραμάκι ουδέτερο (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

  • μικρό χράμι
    Περίφημα χραμάκια πλούσια σε σχέδια είναι αυτά που υφαίνονται στη Δωδεκάνησο και στις Κυκλάδες και ιδιαίτερα στα χωριά Απείρανθος και Μονή στη Νάξο (Χρειάζεται στοιχεία παραθέματος αν είναι από κάποιο βιβλίο)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε χράμι