χριστιανοελληνισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χριστιανοελληνισμός οι χριστιανοελληνισμοί
      γενική του χριστιανοελληνισμού των χριστιανοελληνισμών
    αιτιατική τον χριστιανοελληνισμό τους χριστιανοελληνισμούς
     κλητική χριστιανοελληνισμέ χριστιανοελληνισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χριστιανοελληνισμός < χριστιανισμός + -ο- + ελληνισμός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χριστιανοελληνισμός αρσενικό

  • πρακτική προώθησης αξιών του χριστιανισμού ταυτόχρονα με ελληνικές πατριωτικές αξίες
    ※  Η παιδαγωγική συνείδηση του μητροπολίτη Ειρηναίου αναδεικνύεται όχι μόνο από το ενδιαφέρον του για την απόκτηση διδακτικού προσωπικού, αλλά συγκεκριμένα για την απόκτηση του κατάλληλου διδακτικού προσωπικού, διδασκάλους μορφωμένους με τις αρχές του χριστιανοελληνισμού, οι οποίοι θα μετέδιδαν ορθώς τις αξίες του χριστιανισμού, αλλά και τις σχετικές πατριωτικές αξίες (Στάθης Συνέσιος, διπλωματική εργασία στο Διϊδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Ελλάδα: Εκκλησιαστική Ιστορία και Πολιτισμός», 2018 [1])
    ※  Έτσι η επιστημοσύνη και η λογικότητα του αρχαίου πολιτισμού συναντά τον εξ'αποκαλύψεως Θεό-Λόγο της Παλαιάς Διαθήκης, δημιουργείται ο «χριστιανοελληνισμός» και οι Έλληνες αναδεικνύονται σε νέο περιούσιο λαό του Θεού (Γεωργία Φαρίνου-Μαλαματάρη, Ο πολεμικός Παπαδιαμάντης, παράγραφος 1. Ο Απόστολος Μακράκης και Μακρακισμός Νέα Εστία, τεύχος 1886, Μάρτιος 2021, σελ. 297)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]