χρονοπαράγωγος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χρονοπαράγωγος < χρονο- + -παράγωγος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χρονοπαράγωγος θηλυκό
- (μαθηματικά), (φυσική) η χρονική παράγωγος, η παράγωγος του χρόνου
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] χρονοπαράγωγος
Κατηγορίες:
- Επέκταση
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'άμπελος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα χρονο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -παράγωγος (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
- Φυσική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)