ψευδοεπιστημονικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ψευδοεπιστημονικός < ψευδο- + επιστημονικός
Επίθετο[επεξεργασία]
ψευδοεπιστημονικός, -ή, -ό
- που χαρκτηρίζεται από μια επίφαση επιστημονικότητας, στην πραγματικότητα όμως δεν έχει καμία σχέση με την επιστήμη
- ψευδοεπιστημονικές θεωρίες
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ψευδοεπιστημονικός
|