ψευδοπαράμετρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ψευδοπαράμετρος < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ψευδοπαράμετρος αρσενικό

  • παράμετρος που εισάγεται για να ταιριάξουν τα δεδομένα σε μοντέλο, ενώ δεν έχει αντιστοίχιση σε μέγεθος που αφορά το μοντέλο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]