ψευδοροφή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ψευδοροφή οι ψευδοροφές
      γενική της ψευδοροφής των ψευδοροφών
    αιτιατική την ψευδοροφή τις ψευδοροφές
     κλητική ψευδοροφή ψευδοροφές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ψευδοροφή < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική faux plafond

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ψευδοροφή θηλυκό

  • πρόσθετη διακοσμητική ή λειτουργική κατασκευή κάτω από την κανονική οροφή

Μεταφράσεις[επεξεργασία]