ψευτοφιλία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ψευτοφιλία θηλυκό
- η ψεύτικη, η προσποιητή φιλία
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ψευτοφιλία