ψυχοβλαβής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ψυχοβλαβής η ψυχοβλαβής το ψυχοβλαβές
      γενική του ψυχοβλαβούς* της ψυχοβλαβούς του ψυχοβλαβούς
    αιτιατική τον ψυχοβλαβή την ψυχοβλαβή το ψυχοβλαβές
     κλητική ψυχοβλαβή(ς) ψυχοβλαβής ψυχοβλαβές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ψυχοβλαβείς οι ψυχοβλαβείς τα ψυχοβλαβή
      γενική των ψυχοβλαβών των ψυχοβλαβών των ψυχοβλαβών
    αιτιατική τους ψυχοβλαβείς τις ψυχοβλαβείς τα ψυχοβλαβή
     κλητική ψυχοβλαβείς ψυχοβλαβείς ψυχοβλαβή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ψυχοβλαβής < ψυχή + βλάβη + -ής (αναλογικά με το φρενοβλαβής)

Επίθετο[επεξεργασία]

ψυχοβλαβής, -ής, -ές

Συγγενικά[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]