ψυχοστασία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ψυχοστασία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ψυχοστασία < → δείτε αρχαία ελληνική ψυχή (ψυχο-, ἵστημι
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ψυχοστασία θηλυκό
- (θρησκεία) το ζύγισμα της ψυχής πριν ή μετά από το θάνατο κάποιου
- για την προσωποποίηση της ψυχοστασίας → δείτε το αρχαίο ψυχοστασία
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ψυχοστασία
Πηγές
[επεξεργασία]- Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
ψῡχοστᾰσῐᾱ- | |||||
ονομαστική | ἡ | ψυχοστασίᾱ | αἱ | ψυχοστασίαι | |
γενική | τῆς | ψυχοστασίᾱς | τῶν | ψυχοστασιῶν | |
δοτική | τῇ | ψυχοστασίᾳ | ταῖς | ψυχοστασίαις | |
αιτιατική | τὴν | ψυχοστασίᾱν | τὰς | ψυχοστασίᾱς | |
κλητική ὦ! | ψυχοστασίᾱ | ψυχοστασίαι | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ψυχοστασίᾱ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | ψυχοστασίαιν | |||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ψυχοστασία < (αρχαία ελληνική ψυχή) ψυχο- + στάσ(ις) + -ία < → δείτε τη λέξη ἵστημι. Τίτλος έργου του Αισχύλου που αναφέρεται από τον Πλούταρχο.
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ψυχοστασία θηλυκό
- (θέατρο) τίτλος χαμένου έργου του Αισχύλου όπου ζυγίζονται οι ζωές, οι ψυχές, του Αχιλλέα και του Μέμνονα.
- ※ 1ος/2ος αιώνας κε ⌘ Πλούταρχος, Ηθικά, Πῶς δεῖ τὸν νέον ποιημάτων ἀκούειν, 2.17a.
- Ἐν δ´ ἐτίθει δύο κῆρε τανηλεγέος θανάτοιο, τὴν μὲν Ἀχιλλῆος τὴν δ´ Ἕκτορος ἱπποδάμοιο, ἕλκε δὲ μέσσα λαβών· ῥέπε δ´ Ἕκτορος αἴσιμον ἦμαρ, ᾤχετο δ´ εἰς Ἀίδαο, λίπεν δέ ἑ Φοῖβος Ἀπόλλων, τραγῳδίαν ὁ Αἰσχύλος ὅλην τῷ μύθῳ περιέθηκεν, ἐπιγράψας Ψυχοστασίαν καὶ παραστήσας ταῖς πλάστιγξι τοῦ Διὸς ἔνθεν μὲν τὴν Θέτιν ἔνθεν δὲ τὴν Ἠῶ, δεομένας ὑπὲρ τῶν υἱέων μαχομένων. Τοῦτο δὲ παντὶ δῆλον ὅτι μυθοποίημα καὶ πλάσμα πρὸς ἡδονὴν ἢ ἔκπληξιν ἀκροατοῦ γέγονε.
- ※ 2ος/3ος αιώνας κε Φλάβιος Φιλόστρατος, Ἡρωικός
- ἃ δὲ τῷ Ὁμήρῳ ἐν δευτέρᾳ Ψυχοστασίᾳ εἴρηται, εἰ δὴ Ὁμήρου ἐκεῖνα, ὡς ἀποθανόντα Ἀχιλλέα Μοῦσαι μὲν ᾠδαῖς ἐθρήνησαν, Νηρηίδες δὲ πληγαῖς τῶν στέρνων, οὐ παραπολύ φησι κεκομπάσθαι, Μούσας μὲν γὰρ οὔτε ἀφικέσθαι οὔτε ᾆσαι, οὐδὲ Νηρηίδων τινὰ ὀφθῆναι τῷ στρατῷ καίτοι γιγνωσκομένας, ὅτι ἥκουσι, θαυμαστὰ δὲ ξυμβῆναι ἕτερα καὶ οὐ πόρρω τῶν Ὁμήρῳ εἰρημένων·
- ※ 1ος/2ος αιώνας κε ⌘ Πλούταρχος, Ηθικά, Πῶς δεῖ τὸν νέον ποιημάτων ἀκούειν, 2.17a.
Πηγές
[επεξεργασία]- ψυχοστασία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ψυχο- (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Θρησκεία (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'χώρα' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'σοφία' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ψυχο- (αρχαία ελληνικά)
- Όροι με πατρότητα (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Θέατρο (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)