ψώνισμα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ψώνισμα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ψώνισμα ουδέτερο
- η ενέργεια του ψωνίζω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ψώνισμα
|
|