ψώω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ψώω < εκτεταμένος και παράλληλος τύπος του ψάω, κυριως ποιητικός
Ρήμα[επεξεργασία]
- ψώω
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη ψάω