ωραία
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /oˈɾe.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ω‐ραί‐α
Επίρρημα
[επεξεργασία]ωραία (τροπικό επίρρημα) παλιότερη γραφή: ὡραῖα
- ευχάριστα
- όμορφα
- καλά, άρτια
- ⮡ Ωραία και εμπεριστατωμένα απάντησες στην ερώτηση.
- (και σε επιφωνηματική χρήση) σωστά, εντάξει
- ⮡ — Να συναντηθούμε στις οκτώ; — Ωραία! Θα είμαι εκεί στις οκτώ ακριβώς.
- δείτε επίσης: σύμφωνοι!
Εκφράσεις
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]ωραία
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του ωραίος
- παλιότερη γραφή: ὡραία
- δείτε επίσης: Ωραία Πύλη
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους (ωραίο) του ωραίος
- παλιότερη γραφή: ὡραῖα
Πηγές
[επεξεργασία]- ωραίος (& ωραία) - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ωραίος (& ωραία) - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)