ωραιοτέχνημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /o.ɾe.oˈte.xni.ma/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ωραιοτέχνημα ουδέτερο
- το καλλιτέχνημα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ωραιοτέχνημα
|