ωτακουστικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ωτακουστικός < γαλλ. otacoustique < αρχ. ὠτακουστής
Επίθετο[επεξεργασία]
ωτακουστικός, -ή, -ό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ωτακουστικός