ύαινα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ύαινα οι ύαινες
      γενική της ύαινας των υαινών
    αιτιατική την ύαινα τις ύαινες
     κλητική ύαινα ύαινες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ύαινα < αρχαία ελληνική ὕαινα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈi.e.na/
Ύαινα (1)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ύαινα θηλυκό

  1. (θηλαστικό ζώο) άγριο σαρκοβόρο ζώο της οικογένειας Hyaenidae, που μοιάζει με το σκύλο, ζει στην Αφρική και την Ασία και τρέφεται με πτώματα
  2. (μεταφορικά) ύπουλος άνθρωπος, έτοιμος να αρπάξει και να εκμεταλλευτεί χωρίς οίκτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]