възмущение
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βουλγαρικά (bg)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vɐzmoʃˈtɛniɛ/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]възмущение (bg) (vǎzmušténie) ουδέτερο
възмущение (bg) (vǎzmušténie) ουδέτερο