горњи
Εμφάνιση
Σερβοκροατικά (sh)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- горњи < πρωτοσλαβική *gora (βουνό, λόφος) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *gʷerH-
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]горњи (sh)
горњи (sh)