зелёный

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
  • Από το πρωτοσλαβικό zelenъ

Προφορά

[επεξεργασία]
 
ΔΦΑ : /zʲɪˈlʲonɨj/

Επίθετο

[επεξεργασία]

зелёный (ru)

  1. πράσινος
  2. μεταφορικά άπειρος