краставица
Εμφάνιση
Βουλγαρικά (bg)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈkrastɐvit͡sɐ/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]краставица (bg) (krástavica) θηλυκό
Σλαβομακεδονικά (mk)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /krasˈtavit͡sa/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]краставица (mk) (krastavica) θηλυκό