отец
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρωσικά (ru)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
отец < оtьсь < átta
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
отец (ru) αρσενικό
- ο πατέρας