сапун
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βουλγαρικά (bg)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]сапун (bg) αρσενικό
- το σαπούνι
Ρωσικά (ru)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]сапун (ru) αρσενικό
- το σαπούνι
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]сапун (sr) (λατινική γραφή: sapun) αρσενικό
- το σαπούνι
Σλαβομακεδονικά (mk)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]сапун (mk)
- το σαπούνι