успаванка
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Σερβοκροατικά (sh)[επεξεργασία]
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /uspǎʋaːnka/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
успаванка (sh)
- το νανούρισμα
Κλίση[επεξεργασία]
κλίση του успаванка
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | успаванка | успаванке |
γενική | успаванке | успаванка, успаванки |
δοτική | успаванки | успаванкама |
αιτιατική | успаванку | успаванке |
κλητική | успаванко | успаванке |
τοπική | успаванки | успаванкама |
οργανική | успаванком | успаванкама |