храна
Εμφάνιση
Βουλγαρικά (bg)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]храна (bg)
- το φαγητό
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]храна (sr) (λατινική γραφή: hrana) θηλυκό
- το φαγητό
храна (bg)
храна (sr) (λατινική γραφή: hrana) θηλυκό