љуљање

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

љуљање (sr) (λατινική γραφή: ljuljanje) ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]