בלתי הוגן

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εβραϊκά (he)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

בלתי הוגן (he) (bílti hogén) αρσενικό