Μετάβαση στο περιεχόμενο

עגבנייה

Από Βικιλεξικό

Εβραϊκά (he)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

עגבנייה (he) (agvaniyáh) θηλυκό