Μετάβαση στο περιεχόμενο

עובד אדמה

Από Βικιλεξικό

Εβραϊκά (he)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

עובד אדמה (he) (ovéd adamàh) αρσενικό