עלילה

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εβραϊκά (he)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

עלילה (he) (alilá) θηλυκό