Μετάβαση στο περιεχόμενο
Κύριο μενού
Κύριο μενού
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Ειδικές σελίδες
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εμφάνιση
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Προσωπικά εργαλεία
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Σελίδες για αποσυνδεμένους συντάκτες
μάθετε περισσότερα
Συνεισφορές
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Περιεχόμενα
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Αρχή
1
Αραβικά
(ar)
Εναλλαγή Αραβικά
(ar)
υποενότητας
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αλλόγλωσσα παράγωγα
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
حلال
15 γλώσσες
Azərbaycanca
English
فارسی
Magyar
日本語
한국어
Malagasy
Bahasa Melayu
Polski
پښتو
Русский
سرائیکی
Тоҷикӣ
Türkçe
中文
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Εργαλειοθήκη
Εργαλεία
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Ενέργειες
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Γενικά
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Switch to legacy parser
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Εμφάνιση
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Από Βικιλεξικό
Αραβικά
(ar)
[
επεξεργασία
]
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
حلال
<
ρίζα
حل (ḥálla) (
λύνω
,
χαλαρώνω
)
Επίθετο
[
επεξεργασία
]
حلال
(ar)
(
θρησκεία
)
που επιτρέπεται, σύμφωνα με το
μουσουλμανικό
νόμο,
επιτρεπτός
νόμιμος
Αλλόγλωσσα παράγωγα
[
επεξεργασία
]
αγγλικά
:
halal
νέα ελληνική
:
χαλάλι
Κατηγορίες
:
Αραβική γλώσσα
Επίθετα (αραβικά)
Θρησκεία (αραβικά)
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
حلال
15 γλώσσες
Προσθήκη θέματος