Μετάβαση στο περιεχόμενο

فتوی

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
فتوی < (άμεσο δάνειο) αραβική فَتْوَى (fatwā)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

فتوی (fetva)

Απόγονοι

[επεξεργασία]
  •  δείτε το αραβικό فتوى
  • σελ. 1365 - J.W. Redhouse, A Turkish and English Lexicon. Shewing in English: The Significations of the Turkish Terms [Τουρκικό (οθωμανικό) και αγγλικό λεξικό] (Κωνσταντινούπολη: Printed for the American Mission by A.H. Boyajian, 1884) (ανατύπωση: Βηρυτός: Librairie du Liban, 1974 & 1987).