Μετάβαση στο περιεχόμενο

محبت

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
محبت < περσική مُحَبَّت (muhabbat) < αραβική مَحَبَّة (maḥabba, αγάπη)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

محبت (muhabbet)

  1. κουβέντα, φιλική συζήτηση, κουβεντολόι
  2. αγάπη, φιλική σχέση

Απόγονοι

[επεξεργασία]

محبت (οθωμανικά τουρκικά)

τουρκικά: muhabbet
αλβανικά: muhabet
βουλγαρικά: мухабет
αρμενικά: մուհապէթ
ποντιακά: μουχαμπέτι
νέα ελληνικά: μουχαμπέτι
νέα ελληνικά: μουχαμπέτ' (ιδιωματικό) (Κοζάνη, Γρεβενά)[1]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. σελ.235 - Χριστοδούλου, Χριστόδουλος. (2020) Δυτικομακεδόνικοι τουρκισμοί, Η φωνητική προσαρμογή των τούρκικων λέξεων στα ελληνικά ιδιώματα της Δυτικής Μακεδονίας, μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Φιλολογίας, Τομέας Γλωσσολογίας.
  • σελ. 1757 - J.W. Redhouse, A Turkish and English Lexicon. Shewing in English: The Significations of the Turkish Terms [Τουρκικό (οθωμανικό) και αγγλικό λεξικό] (Κωνσταντινούπολη: Printed for the American Mission by A.H. Boyajian, 1884) (ανατύπωση: Βηρυτός: Librairie du Liban, 1974 & 1987).