കൈ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μαλαγιάλαμ (ml)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

കൈ < κληρονομημένο από την πρωτοδραβιδική *kay (χέρι)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

കൈ (ml)