ἀγασθενής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀγασθενής < ἄγαν + σθένος

Επίθετο[επεξεργασία]

ἀγασθενής, -ης, -ες
  1. αυτός που έχει μεγάλο σθένος
  2. ο πολύ ισχυρός

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Παράγωγα[επεξεργασία]