Μετάβαση στο περιεχόμενο

ἀγγελλόντων

Από Βικιλεξικό

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

ἀγγελλόντων

  • γ΄ πρόσωπο πληθυντικού στην προστακτική ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος ἀγγέλλω
→ δείτε τη λέξη  ἀγγέλλω