ἀκόλουθος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc) [επεξεργασία]
Πτώση | Ενικός | Πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | ὁ, ἡ ἀκόλουθος | τὸ ἀκόλουθον | οἱ, αἱ ἀκόλουθοι | τὰ ἀκόλουθα |
Γενική | τοῦ, τῆς ἀκολούθου | τοῦ ἀκολούθου | τῶν ἀκολούθων | τῶν ἀκολούθων |
Δοτική | τῷ, τῇ ἀκολούθῳ | τῷ ἀκολούθῳ | τοῖς, ταῖς ἀκολούθοις | τοῖς ἀκολούθοις |
Αιτιατική | τὸν, τὴν ἀκόλουθον | τὸ ἀκόλουθον | τοὺς, τὰς ἀκολούθους | τὰ ἀκόλουθα |
Κλητική | ἀκόλουθε | ἀκόλουθον | ἀκόλουθοι | ἀκόλουθα |
Πτώσεις | Δυικός | |||
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική | ἀκολούθω | |||
Γενική-Δοτική | ἀκολούθοιν |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἀκόλουθος < ἀ- + κέλευθος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *kel-
Επίθετο[επεξεργασία]
ἀκόλουθος
Πηγές[επεξεργασία]
- «ἀκόλουθος» - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ. Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012.
- «ἀκόλουθος» - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.