ἀλφιτοσιτέω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ἀλφιτοσιτέω
- τρώω ψωμί από κριθάρι
- τρώω φαγητό παρασκευασμένο με βάση το κριθάλευρο, βασικό είδος διατροφής για εμένα είναι ο βρασμένος χυλός κριθαριού
- καὶ γὰρ ὅστις ἀλφιτοσιτεῖ, ὕδατι μεμαγμένην ἀεὶ τὴν μᾶζαν ἐσθίει, καὶ ὅστις ἀρτοσιτεῖ, ὕδατι δεδευμένον τὸν ἄρτον (Ξενοφών, Κύρου Παιδεία ΣΤ΄, 2)