ἀμουρούζα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἀμουρούζα θηλυκό < (άμεσο δάνειο) παλαιά οξιτανική amourousa (ερωτευμένη). Δείτε και το αρσενικό ἀμορόζος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ἀμουρούζα θηλυκό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
νέα ελληνικά, διαλεκτικά:
Πηγές[επεξεργασία]
- «ἀμορόζος, σελ.24, Τόπος Β» - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.