ἀμφιπτολεμοπηδησίστρατος
Εμφάνιση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἀμφιπτολεμοπηδησίστρατος < ἀμφι- + πτόλεμο(ς) + πηδάω + -στρατος [1]
Επίθετο
[επεξεργασία]ἀμφιπτολεμοπηδησίστρατος
- (άπαξ λεγόμενον, σκωπτικό) τεχνητή λέξη που αποδίδεται στο κωμικό του 4ου αιώνα π.Χ. Εύπολι, σκωπτική αναφορά σε κάποιον[2], κυριολεκτικά, «του οποίου ο στρατός πηδά από το ένα σημείο της μάχης στο άλλο»[1]. Θεωρείται ότι θα μπορούσε να αφορά τον Αλκιβιάδη[3]
- ※ παρὰ δὲ τοῖς κωμικοῖς καὶ ἐκ πλειόνων , ὡς παρὰ Αριστοφάνει σφραγιδονυχαργοκομῆται οἱ φιλόσοφοι διὰ τὸ ἀργοὶ διατελεῖν καὶ κομῆται εἶναι, ἔτι καὶ σφραγῖδας ἐν τοῖς δακτυλίοις φορεῖν . καὶ παρ ̓ Εὐπόλιδι ἀμφιπτολεμοπηδησίστρατος (Εύπολις, (446-412 π.Χ), éd. Immanuel Bekker, Anecdota græca, vol. 2, 1816, σελ. 702)
Πηγές
[επεξεργασία]- ἀμφιπτολεμοπηδησίστρατος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Αναφορές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ελλείπουσες κλίσεις (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ἀμφι- (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -στρατος (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επίθετα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Άπαξ λεγόμενα (νέα ελληνικά)
- Σκωπτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)