ἀπροστασίου δίκη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἀπροστασίου δίκη < ἀπροστασίου < *ἀπροστάσιον & δίκη
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ἀπροστασίου δίκη θηλυκό
- (νομικός όρος) δίκη για έλλειψη προστάτη σε κάποιον μέτοικο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- ἀπροστασίου - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀπροστάσιον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.