ἀσέβεια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ασέβεια

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀσέβεια < ἀσεβής + -εια

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἀσέβεια θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]