ἁμιλλάομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἁμιλλάομαι < ἄμιλλα και -jομαι
Ρήμα[επεξεργασία]
ἁμιλλάομαι και συνηρημένο ἁμιλλῶμαι
ἁμιλλάομαι και συνηρημένο ἁμιλλῶμαι