ἁρμονίη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ἁρμονίη

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἁρμονίη θηλυκό

  1. (στον Όμηρο) η ἁρμονία: αρμός, αρμογή στις σανίδες πλοίου
    ※  8ος αιώνας   Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 5 (ε. Ἀπόπλους Ὀδυσσέως παρὰ Καλυψοῦς.), στίχ. 248 (247-248)
    τέτρηνεν δ᾽ ἄρα πάντα καὶ ἥρμοσεν ἀλλήλοισι,
    γόμφοισιν δ᾽ ἄρα τήν γε καὶ ἁρμονίῃσιν ἄρασσεν.
    Κι αυτός τα ξύλα τρύπησε και τα σοφίλιασε, / ταιριάζοντάς τα με ξύλινα καρφιά κι αρμούς (Μετάφραση:Δ.Ν. Μαρωνίτης @greek-language.gr )
  2. (προσωποποιημένο) → δείτε Ἁρμονίη

Πηγές[επεξεργασία]